H ουρική αρθρίτιδα είναι μια συχνή αρθρίτιδα, η οποία προκαλεί έντονο πόνο και οίδημα στις αρθρώσεις. Συμβαίνει σε άτομα που έχουν υψηλές τιμές ουρικού οξέος στο αίμα. Το «ουρικό» ή ουρικό οξύ (όπως είναι ο ακριβής όρος) είναι φυσιολογικό προιόν του μεταβολισμού (και συγκεκριμένα ουσιών που λέγονται πουρίνες). Το αυξημένο ουρικό οξύ στο αίμα ενός ατόμου δύναται να σχηματίσει κρυστάλλους μέσα σε αρθρώσεις και στην εμφάνιση συμπτωμάτων αρθρίτιδας με έντονα στοιχεία φλεγμονής. Το ουρικό οξύ μπορεί επίσης να σχηματίσει «πέτρα» στους νεφρούς με πόνο και διαταραχές στη ροή των ούρων.
Στην αρχική της φάση, η ουρική αρθρίτιδα προσβάλλει κατ’ εξοχήν το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού (και μάλιστα τη βάση αυτού), υπό την μορφή ξαφνικών “κρίσεων” αρθρίτιδας με πόνο (σε μερικές περιπτώσεις ιδιαίτερα έντονος), οίδημα, ερυθρότητα και θερμότητα στην περιοχή. Οι κρίσεις ουρικής αρθρίτιδας εμφανίζουν συχνά τα πρώτα συμπτώματα κατά τις νυχτερινές ώρες. Η ουρική αρθρίτιδα επίσης συχνά προσβάλλει τον αστράγαλο και το γόνατο. Η κρίση ουρικής αρθρίτιδας τυπικά κρατάει από μέρες μέχρι μερικές εβδομάδες και υποχωρεί από μόνη της (ιδίως στην αρχική φάση της νόσου) με πλήρη ύφεση των συμπτωμάτων. Καθώς η νόσος χρονίζει, οι κρίσεις αρθρίτιδας έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και τείνουν να προσβάλλουν περισσότερες αρθρώσεις. Άτομα που έχουν επαναλαμβανόμενες κρίσεις ουρικής αρθρίτιδα και επίμονη αύξηση του ουρικού οξέος στο αίμα για πολλά έτη, μπορούν να αναπτύξουν “ουρικούς τόφους”, δηλαδή συσσωρεύσεις κρυστάλλων ουρικού οξέος σε μάζες, στην εξωτερική επιφάνεια των αυτιών, τα δάκτυλα, τους αγκώνες ή άλλες θέσεις.
Η πιο ασφαλής μέθοδος για τη διάγνωση είναι η εξέταση του αρθρικού υγρού σε ειδικό μικροσκόπιο (με πολωμένο φως) για να ελεχθεί η παρουσία κρυστάλλων ουρικού οξέος. Αν αυτή η εξέταση δεν δύναται να πραγματοποιηθεί, η διάγνωση μπορεί επίσης να τεθεί σε ασθενή με τυπικό ιστορικό συμπτωμάτων και αυξημένη τιμή ουρικού οξέος στο αίμα.
Για την αντιμετώπιση της κρίσης ουρικής αρθρίτιδας, χρησιμοποιείται συχνά η κορτιζόνη (είτε από του στόματος είτε με έγχυση στην πάσχουσα άρθρωση) ή εναλλακτικά η κολχικίνη ή τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη. Σε βαρειές κρίσεις ουρικής αρθρίτιδας που ανθίστανται στην παραπάνω φαρμακευτική αγωγή, τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται και αναστολείς της ιντερλευκίνης 1 (όπως το anakinra ή το canakinumab).
Παράλληλα, σε ασθενείς που παθαίνουν συχνές κρίσεις ουρικής αρθρίτιδας, συστήνεται θεραπευτική αγωγή για να μειωθούν τα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα και να αποτροπούν έτσι μελλοντικές κρίσεις. Παραδείγματα αυτών των φαρμάκων αποτελούν η αλλοπουρινόλη και το febuxostat. Τέλος, απαιτείται παρακολούθηση από τον ειδικό ρευματολόγο για τη ορθή διάγνωση και τη σωστή πορεία της νόσου.
Απώλεια βάρους σε άτομα υπέρβαρα ή παχύσαρκα, διατροφή που περιέχει φρούτα, λαχανικά, ολικής άλεσης προϊόντα, γαλακτοκομικά χαμηλά σε λιπαρά, άφθονη λήψη υγρών. Αντίθετα, θα πρέπει να αποφεύγεται το αλκοόλ, τα αναψυκτικά με ζάχαρη και τροφές υψηλές σε πουρίνες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τελευταία δεδομένα δείχνουν ότι οι παραπάνω διατροφικές αλλαγές από μόνες τους μπορούν να επιτύχουν μικρή μείωση του ουρικού οξέος και σε αρκετές περιπτώσεις χρειάζεται φαρμακοθεραπεία για να επιτευχθούν φυσιολογικά επίπεδα ουρικού οξέος και έλεγχος της ουρικής αρθρίτιδας.
https://www.alevizos-md.com/